Ανταγωγή: Έννοια και Προϋποθέσεις

Ανταγωγή

Σύμφωνα με το άρθρο 268 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, μετά την εκκρεμοδικία ο εναγόμενος μπορεί να ασκήσει ανταγωγή. Αυτό γίνεται όταν η κύρια αγωγή υπάγεται στην ίδια διαδικασία. Η ανταγωγή ασκείται πλέον με αυτοτελές δικόγραφο, μετά τις τροποποιήσεις του ν.4335/2015. Δεν μπορεί να ασκηθεί με τις προτάσεις. Αφού ασκηθεί, η δωσιδικία της διατηρείται ακόμη κι αν η κύρια αγωγή απορριφθεί ή ανακληθεί.

Η ανταγωγή είναι η αγωγή του εναγόμενου κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας της αρχικής αγωγής. Σκοπός της είναι η οικονομία της δίκης και η αποφυγή έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων. Είναι επιθετική δικονομική ενέργεια με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, διαφορετική από τα άλλα μέσα άμυνας. Πρέπει να περιλαμβάνει ιστορική βάση και αίτημα που δεν ταυτίζονται με της αγωγής. Η ανταγωγή επιδιώκει αυτοτελή νομική προστασία. Εάν ο αντενάγων δεν μπορούσε να ασκήσει αυτοτελή αγωγή, η ανταγωγή του είναι απαράδεκτη.

Επιτρέπεται η ανταγωγή ανεξάρτητα αν οι αξιώσεις έχουν συνάφεια με εκείνες της αγωγής. Ο εναγόμενος μπορεί να προβάλει οποιαδήποτε αξίωση κατά του ενάγοντος μέσω ανταγωγής. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ταυτότητα των διαδίκων με εναλλασσόμενη δικονομική θέση. Η αγωγή και η ανταγωγή πρέπει να υπάγονται στο ίδιο αρμόδιο δικαστήριο.

Σε περίπτωση αναρμοδιότητας του δικαστηρίου της αγωγής, παραπέμπεται και η ανταγωγή, εφόσον ανήκει στην αρμοδιότητα του δικαστηρίου της παραπομπής. Το ίδιο ισχύει και αν η ανταγωγή υπάγεται σε διαφορετική διαδικασία από την αγωγή. Η παραπομπή γίνεται στην προσήκουσα διαδικασία του αρμόδιου δικαστηρίου.

Ακόμη και αν η ανταγωγή ασκηθεί επικουρικά, επιφέρει όλες τις συνέπειες της άσκησης αγωγής. Η εκκρεμοδικία της αρχίζει με την κατάθεση του δικογράφου της. Η δωσιδικία της διατηρείται ακόμα και αν η κύρια αγωγή απορριφθεί για οποιονδήποτε λόγο. Η διαδικασία συνεχίζεται επί της ανταγωγής.

Η ανταγωγή έχει περιορισμένη δικονομική εξάρτηση από την αγωγή. Μπορούν να κατατεθούν κοινές προτάσεις, να προσκομιστούν κοινά αποδεικτικά μέσα και να τηρηθούν ενιαία πρακτικά. Επίσης, μπορεί να εκπροσωπηθούν από τον ίδιο πληρεξούσιο δικηγόρο. Η αυτοτέλειά της φαίνεται και από το γεγονός ότι έχει δική της ιστορική βάση και αίτημα.

Η ανταγωγή εξετάζεται για το ορισμένο της βάσει του άρθρου 216 ΚΠολΔ, όπως και η αγωγή. Αν έχει καταψηφιστικό αίτημα, υπόκειται σε δικαστικό ένσημο. Αν έχει εμπράγματο χαρακτήρα, πρέπει να εγγραφεί στα βιβλία διεκδικήσεων δυνάμει του άρθρου 220 ΚΠολΔ.

Κατάθεση και Περιεχόμενο της Ανταγωγής:

Η ανταγωγή πρέπει να κατατίθεται με αυτοτελές δικόγραφο. Η κατάθεσή της δεν γίνεται δεκτή εάν ασκηθεί με τις προτάσεις. Αυτή η πρακτική είναι υποχρεωτική μετά τις τροποποιήσεις του ν.4335/2015. Η ανταγωγή αποτελεί ανεξάρτητη αγωγή, και η εκκρεμοδικία της διατηρείται ακόμη και αν η κύρια αγωγή απορριφθεί ή αν ο ενάγων παραιτηθεί από αυτήν. Αυτό σημαίνει ότι η ανταγωγή εξετάζεται ανεξάρτητα από την τύχη της κύριας αγωγής.

Δικονομικές και Ουσιαστικές Προϋποθέσεις:

Για να είναι παραδεκτή η ανταγωγή, πρέπει να πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Πρώτον, πρέπει να υπάρχει ταυτότητα των διαδίκων, με εναλλασσόμενη δικονομική θέση. Δεύτερον, η αγωγή και η ανταγωγή πρέπει να υπάγονται στο ίδιο αρμόδιο δικαστήριο, τόσο καθ’ ύλην όσο και κατά τόπον. Αν το δικαστήριο της κύριας αγωγής είναι αναρμόδιο και υπάρχει παραπεμπτική απόφαση, τότε και η ανταγωγή παραπέμπεται στο αρμόδιο δικαστήριο, εφόσον αυτό είναι νομικά δυνατό.

Εκκρεμοδικία και Επικουρική Άσκηση:

Η εκκρεμοδικία της ανταγωγής ξεκινά με την κατάθεση του δικογράφου της. Αυτό σημαίνει ότι η δικαστική διαδικασία για την ανταγωγή αρχίζει από τη στιγμή που κατατίθεται το δικόγραφο. Αν η κύρια αγωγή απορριφθεί, η ανταγωγή εξακολουθεί να εξετάζεται. Αυτό συμβαίνει ακόμη και αν η κύρια αγωγή απορριφθεί για τυπικούς ή ουσιαστικούς λόγους. Η ανταγωγή, επομένως, λειτουργεί ανεξάρτητα από την τύχη της κύριας αγωγής.

Αυτοτέλεια και Συνέπειες της Ανταγωγής:

Η ανταγωγή έχει αυτοτελή ιστορική βάση και αίτημα. Αυτό σημαίνει ότι τα γεγονότα και οι αξιώσεις που προβάλλονται στην ανταγωγή είναι ανεξάρτητα από εκείνα της κύριας αγωγής. Εξετάζεται για το ορισμένο της δυνάμει του άρθρου 216 ΚΠολΔ, όπως και η αγωγή. Αν το αίτημα της ανταγωγής είναι καταψηφιστικό, τότε υπόκειται σε δικαστικό ένσημο. Αν φέρει εμπράγματο χαρακτήρα, πρέπει να εγγραφεί στα βιβλία διεκδικήσεων δυνάμει του άρθρου 220 ΚΠολΔ.

Περιορισμένη Δικονομική Εξάρτηση:

Η ανταγωγή παρουσιάζει περιορισμένη δικονομική εξάρτηση από την κύρια αγωγή. Οι διάδικοι μπορούν να καταθέσουν κοινές προτάσεις και να προσκομίσουν κοινά αποδεικτικά μέσα. Επίσης, μπορούν να εκπροσωπηθούν από τον ίδιο πληρεξούσιο δικηγόρο. Η αυτοτέλεια της ανταγωγής φαίνεται και από το γεγονός ότι έχει δική της ιστορική βάση και αίτημα. Αυτό την καθιστά ξεχωριστή και ανεξάρτητη από την κύρια αγωγή.

Συμπεράσματα:

Η ανταγωγή αποτελεί σημαντικό εργαλείο στα χέρια του εναγόμενου. Δίνει τη δυνατότητα να προβάλει τις δικές του αξιώσεις και να επιτύχει αυτοτελή νομική προστασία. Είναι επιθετική δικονομική ενέργεια με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και διαφέρει από άλλα μέσα άμυνας. Η εκκρεμοδικία της ξεκινά με την κατάθεση του δικογράφου της και συνεχίζεται ανεξάρτητα από την τύχη της κύριας αγωγής. Η αυτοτέλειά της φαίνεται από την ανάγκη ξεχωριστής ιστορικής βάσης και αιτήματος, καθώς και από τις δικονομικές συνέπειες που επιφέρει.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *